Αναφέρει, μεταξύ των άλλων, το ευαγγέλιο της εορτής της Αναλήψεως: «Τους οδήγησε δε έξω έως την Βηθανία και αφού σήκωσε τα χέρια του τους ευλόγησε. Και ενώ τους ευλογούσε, αποχωρίσθηκε απ’ αυτούς και μεταφέρθηκε πάνω στον ουρανό. Αυτοί τον προσκύνησαν και επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με μεγάλη χαρά, και ήταν πάντοτε στον ναό, δοξολογώντας και ευχαριστώντας τον Θεό. Αμήν» (Λουκ. 50 – 53).
Ομολογώ πως αυτή η στιγμή, αυτή η σκηνή που διαδραματίζεται, φανερώνει μεγάλη συγκίνηση. Θεωρώ δε, πως αποτελεί μία από τις ισχυρές στιγμές που αναστατώνουν τον άνθρωπο και του δημιουργούν ερωτήματα για το επέκεινα των γεγονότων. Ο Χριστός αποχωρίζεται τους μαθητές Του. Το έργο του επί γης λαμβάνει τέλος. Γεννήθηκε για να χαρίσει στον άνθρωπο την ομορφιά του παραδείσου, αποκαθιστώντας τη σχέση μαζί του, μέσα από μία ανεπανάληπτη συμφιλίωση, η οποία έλαβε τη μορφή της σάρκωσης. Δίδαξε, έκανε θαύματα, έδωσε ελπίδα σε ανθρώπους, αποκατέστησε την ψυχική και σωματική τους υγεία, στηλίτευσε την υποκρισία, τον ηθικισμό, τον ευσεβισμό και κάθε τι που αλλοιώνει το γνήσιο εκφραστικό ύφος της αγάπης, η οποία συνέχει τις σχέσεις Του με τον άνθρωπο αλλά και τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων.
Ο Χριστός, πλέον, πρέπει να αποχαιρετήσει τους μαθητές Του. Αλήθεια, πως γίνεται οι μαθητές να δεχτούν την Ανάληψη; Θα πει κάποιος, βέβαια, πως έτσι έπρεπε να συμβεί. Και δεν αντέδρασαν; Εδώ, ο Πέτρος με σθένος και πάθος είπε θα Τον ακολουθήσει όπου κι αν Εκείνος πάει, αλλά Τον πρόδωσε. Έχει σημασία; Θεωρώ, πως η προαίρεση του, φυσικά, ήταν αγαθή και αυτό είναι που εκτίμησε ο Χριστός. Όπως, εξάλλου, συμβαίνει και με τον καθένα. Κανείς δεν Του είπε, όμως, Κύριε που πας και μας αφήνεις, τι θα κάνουμε τώρα μόνοι μας, γιατί μας εγκαταλείπεις; Δεν ένιωσαν την ανάγκη να μην αποχωριστούν το γλυκό πρόσωπο του Νυμφίου; Χόρτασαν από τη σχέση αυτή που τους συνέδεε; Μήπως κουράστηκαν; Μήπως ήλπιζαν; Μήπως είχαν βεβαιωθεί για την παρουσία Του, σε όλες τις ημέρες της ζωής τους;
Ο Χριστός αποχωρίζεται τους μαθητές Του. Δεν συγκινείστε σχηματίζοντας την εικόνα αυτή στο νου σας; Τρία χρόνια μαζί με τους μαθητές Του, κάθε μέρα, παντού, σε όλα τα μέρη του Ισραήλ, κάθε εποχή, μέσα σε στιγμές εύκολες μα και πολύ δύσκολες. Για τον άνθρωπο έγινε άνθρωπος και τώρα ο επίγειος Του δρόμος σβήνει τα τελευταία Του βήματα στη Βηθανία, όπου αποχαιρετά τους μαθητές Του. Τί πέρασε με τους μαθητές Του! Όπου πήγαινε να διδάξει, να δώσει αγάπη και ελπίδα στον άνθρωπο και να του αναγγείλει πως ο θάνατος, το κακό, η φθορά, η ασθένεια, τελειώνουν, οι μαθητές εκεί δίπλα Του. Βέβαια, όταν οι υποκριτές Γραμματείς και Φαρισαίοι, Τον ενέπαιζαν, όταν το συνέδριο των ανόμων Τον καταδίκασε, όταν οι στρατιώτες Τον χτύπησαν, Τον χλεύασαν, Τον ειρωνεύτηκαν όταν το πλήθος ζητούσε τη σταύρωση Του, οι μαθητές Του δείλιασαν, εξαφανίστηκαν, κρύφτηκαν, Τον αρνήθηκαν. Εκείνος όμως δεν ενήργησε αναλόγως. Δεν διακατέχεται από τέτοια πάθη ο Θεάνθρωπος, δεν ενεργεί κατά τα ανθρώπινα. Δεν χαρακτηρίζεται από μικροπρέπεια, εμπάθεια. Σε όλα στάθηκε δίπλα τους. Εκείνοι, όμως, στα δύσκολα, στο θείο πάθος Του, Τον άφησαν μόνο Του. Πόση μοναξιά, αλήθεια, τρυπούσε τις σκέψεις και την καρδιά Του;
Τελειώνει μία επίγεια σχέση και πλέον όλα δείχνουν πως κινούνται προς την αλήθεια των πραγμάτων. Αυτό, το γνώριζε πολύ καλά ο Μάξιμος Ομολογητής, ο οποίος έδωσε τους δικούς του χαρακτηρισμούς στις στιγμές του χρόνου, κάνοντας λόγο για «σκιά τά τῆς Παλαιᾶς, εἰκών τά τῆς Νέας Διαθήκης, ἀλήθεια δέ ἡ τῶν μελλόντων κατάστασις». Η «εικόνα των πραγμάτων», όρο που χρησιμοποιεί ο Παύλος στην επιστολή προς Εβραίους (Εβρ. 10, 1) είναι πλέον ο τελευταίος και αιώνιος σταθμός του ανθρώπου, τα έσχατα, η Βασιλεία του Θεού, που είναι η μόνη πραγματικότητα. Πραγματικότητα δεν είναι αυτός ο κόσμος. Όχι, ότι ο κόσμος αυτός είναι ο κόσμος των ιδεών (Πλάτωνας). Αν ο Πλάτωνας άκουγε για την αλήθεια των πραγμάτων, θα έλεγε πως οι ιδέες είναι η αλήθεια, μόνο. Για τον χριστιανό, δηλαδή των άνθρωπο των γεγυμνασμένων αισθητηρίων (όρος που χρησιμοποιεί ο Παύλος), η αλήθεια είναι στη Βασιλεία του Θεού και όχι στον κτιστό επίγειο κόσμο, καθώς ο Κύριος «δεν είναι από τον κόσμο τούτο» (Ιω. 8, 23). Η Βασιλεία του Θεού είναι ο κόσμος που έχει προετοιμάσει ο Νυμφίος για τους φίλους και εραστές Του.
Επομένως, οι μαθητές, αν λάβουμε υπόψιν μας το γεγονός της Ανάστασης του Θεανθρώπου που τους βεβαίωσε περισσότερο και διέλυσε κάθε τους αμφιβολία, έχουν ισχυρή τη βεβαίωση ότι ο Χριστός δεν τους εγκαταλείπει και τους αφήνει μόνους στα δύσκολα. Τους βεβαιώνει πως θα έλθει Άγιο Πνεύμα πάνω τους (Πρ. Απ. 1, 8). Ζώντας, με τον τρόπο αυτό, τη μετοχή της ύπαρξης τους στο πρόσωπο του Χριστού, και κάθε ευλογία που τους δίνετε από αυτή την κοινωνία και σχέση μαζί Του, δεν έχουν αμφιβολία καθώς με τη δική τους πάντα θέληση, το γεγονός της Ανάστασης, μάλλον η ίδια η Ανάσταση έχει αλλοιώσει την υπόσταση τους και πλέον συμβαίνει αυτό που λέει σε άλλο σημείο ο Παύλος, ότι δηλαδή «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20). Γι’ αυτό και χαίρονται με την Ανάληψη του Χριστού, αφού πλέον ζουν το γεγονός της μετοχής στο Σώμα και Αίμα Του κάθε φορά που τελούν την Θεία Ευχαριστία.
Δεν παύει να αποτελεί μία εικόνα γεμάτη συγκινήσεις, αυτή της Ανάληψης. Δώδεκα μαθητές (μαζί τους ο Ματθίας που εκλέχτηκε στη θέση του Ιούδα) ξεκινούν, αργότερα, το μεγαλύτερο τόλμημα τους∙ να διαδώσουν το ευαγγέλιο που φέρνει την είδηση της ανάστασης των σωμάτων και της ζωής στη Βασιλεία του Θεού, σε ολάκερη την οικουμένη. Θα κυνηγηθούν για το μήνυμα που μεταφέρουν, καθώς δεν είναι έτοιμοι όλοι να το δεχτούν. Θα μαρτυρήσουν για τον Χριστό και για την αλήθεια του ευαγγελίου. Όμως, ο Χριστός ακόμη κι αν δείχνει να απουσιάζει από τη ζωή τους, όπως και από τη ζωή πολλών σύγχρονων ανθρώπων που δοκιμάζονται, ισχυρά βρίσκεται δίπλα τους. Καταφατικά. Απολύτως καταφατικά. Είναι το διαρκές «ναι» του Θεού στον άνθρωπο. Πράγματι, ο Θεός στρέφει το ενδιαφέρον πάλι στους ανθρώπους, αφήνοντας απ’ έξω τον Εαυτό Του. Δεν είναι παίξε γέλασε. Εξάλλου, είναι άπαιχτος!
Ηρακλής Αθ. Φίλιος
Βαλκανιολόγος, Θεολόγος