Η Αγία Αικατερίνη υπήρξε μια πανέμορφη κοπέλα που σε ηλικία δέκα οχτώ χρονών κατείχε όλες τις επιστήμες που μπορούσε να διδαχθεί στην πόλη της Αλεξάνδρειας τον 3ο αιώνα μ.Χ. ένας νέος. Είχε κερδίσει τον θαυμασμό και των πιο έμπειρων σοφών διότι γνώριζε τα φιλοσοφικά συστήματα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνος, τους μεγαλύτερους ποιητές από τον Όμηρο έως τον Βιργίλιο, τις περισσότερες γλώσσες, τις φυσικές επιστήμες, την ιατρική και κανένας τομέας της ανθρώπινης σοφίας δεν μπορούσε να διαφύγει από το διεισδυτικό και ακόρεστο για γνώση πνεύμα της.
Η φήμη της και η ευγενική της καταγωγή την έκαναν περιζήτητη νύφη και πλήθος μνηστήρων παρουσιάζονταν για να την ζητήσουν σε γάμο. Η Αικατερίνη γνωρίζοντας την υπεροχή της παρθενίας απέρριπτε όλες τις προτάσεις και έθετε όρο στους γονείς της ότι θα δεχθεί ως σύζυγο έναν νέο μόνο που θα ήταν ισάξιος με αυτήν στην γνώση και την ευγένεια. Όντας σε απόγνωση η μητέρα της την έστειλε να συμβουλευτεί έναν σπουδαίο ασκητή της περιοχής. Εκείνος είπε στην Αικατερίνη ότι γνώριζε ένα άνθρωπο που η σοφία Του ήταν ανώτερη ακόμη διότι αποτελεί την βασική αρχή όλων των ορατών και αοράτων όντων.
Της μίλησε για τον ενσαρκωμένο Θεό, τον Υιό και Λόγο του Πατρός που έγινε άνθρωπος για την δική μας σωτηρία και που επιθυμεί να γίνει νυμφίος κάθε παρθενικής ψυχής. Την αποχαιρέτησε και της έκαμε δώρο μια εικόνα της Θεοτόκου βρεφοκρατούσας. Την επόμενη νύχτα της φανερώθηκε η Παναγία αλλά ο Χριστός απέστρεφε το πρόσωπό του να την κοιτάξει λέγοντας πως είναι άσχημη. Η Αικατερίνη μετέβη στον ασκητή ο οποίος της εξήγησε ότι αυτό συνέβη διότι δεν είχε βαπτιστεί. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε ο νηπιοβαπτισμός. Μετά την Βάπτισή της την επισκέφτηκε πάλι η Παναγία και για να σφραγίσει τον αρραβώνα της με τον Χριστό της πέρασε στο δάκτυλο ένα δαχτυλίδι.
Εκείνη την εποχή ο αυτοκράτορας Μαξιμίνος υποχρέωνε όλους τους υπηκόους του να συμμετέχουν στις ειδωλολατρικές θυσίες. Η Αικατερίνη παρουσιάστηκε μπροστά του και τον προκάλεσε να συζητήσει δημόσια με τους σοφότερους ρήτορες της αυτοκρατορίας ώστε να αποδείξει με επιχειρήματα ότι οι θεοί των ειδωλολατρών είναι δαίμονες και προσωποποίηση των ανθρώπινων παθών. Εκατόν πενήντα σοφοί μαζεύτηκαν απ΄ όλη την αυτοκρατορία για να συζητήσουν μαζί της. Η αγία χρησιμοποιώντας και ορισμένους χρησμούς της Σίβυλλας και του Απόλλωνα οι οποίοι ανήγγειλαν την Ενανθρώπηση και το σωτήριο πάθος του Υιού του Θεού ανέτρεψε όλες τις μυθολογίες διακηρύσσοντας ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε εκ του μηδενός από τον μόνο αληθινό Θεό.
Αποστομωμένοι, έχοντας εξαντλήσει όλα τους τα επιχειρήματα οι ρήτορες αναγνώρισαν την πλάνη τους και ζήτησαν από την αγία να βαπτιστούν. Ο αυτοκράτορας έξαλλος από την αποτυχία του διέταξε να συλλάβουν τους ρήτορες και να του κάψουν στην πυρά. Την ίδια τύχη είχε και η ίδια η σύζυγος του αυτοκράτορα καθώς και ο αγαπημένος του στρατηγός Πορφύριος ο οποίος μαρτύρησε μαζί με τους διακόσιους στρατιώτες που έγιναν και αυτοί μαθητές του Χριστού.
Την Αγία την φυλάκισαν και ετοίμασαν ένα όργανο βασανισμού από τέσσερις τροχούς εφοδιασμένους με καρφιά ώστε να υποφέρει όσο γίνεται περισσότερο. Όταν όμως μετέφεραν το όχημα στον τόπο του μαρτυρίου αυτό κατέβηκε ξέφρενο στην κατηφόρα σκοτώνοντας στο πέρασμά του πλήθος ειδωλολατρών. Έτσι μετέφεραν έξω από την πόλη την αγία και μετά από μια σύντομη προσευχή της προς τον Κύριο την αποκεφάλισαν. Δύο άγγελοι μετέφεραν το σώμα της από την Αλεξάνδρεια στο όρος Σινά. Εκεί τον όγδοο αιώνα το βρήκε ένας ασκητής και μετέφερε το τίμιο λείψανό της στην Μονή που είχε κάμει εκεί κοντά ο Ιουστινιανός. Από τότε έως σήμερα αναρίθμητα θαύματα κάμει η χάρη της ενώ τα λείψανά της ευωδιάζουν.
Έχουν οι νέοι σήμερα τέτοιες προτεραιότητες όπως η Αγία Αικατερίνη; Οι γονείς εμπνέουμε στα παιδιά μας τέτοιες διαχρονικές αρετές στα παιδιά μας που οδηγούν στην κατά Θεό ζωή και Σοφία; Πού τέλος πάντων ψάχνουμε την αληθινή ευτυχία;