Την πρόσληψη του απαραίτητου προσωπικού για τη λειτουργία του Σπηλαίου Θεόπετρας ζήτησε ο Περιφερειάρχης Θεσσαλίας κ. Κώστας Αγοραστός από τον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού κ. Παύλο Γερουλάνο κατά τη συνάντησή τους στο Υπουργείο.
«Παρά το γεγονός ότι το σπήλαιο είναι σήμερα επισκέψιμο και αποτελεί σημαντικό χώρο προβολής και ανάδειξης της περιοχής δεν λειτουργεί γιατί δεν υπάρχει προσωπικό», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Κ. Αγοραστός και επέδωσε στον κ. Π. Γερουλάνο υπόμνημα στο οποίο αναφέρονται τα εξής:
«Το σπήλαιο της Θεόπετρας βρίσκεται στο βορειοδυτικότερο σημείο της θεσσαλικής πεδιάδας κοντά στις υπώρειες της Πίνδου και των Χασίων και αποτέλεσε πολύ νωρίς καταφύγιο για τον άνθρωπο. ΄Εχει έκταση περίπου 500 τ.μ., είναι μονόχωρο και η αψιδωτή είσοδός του βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του ασβεστολιθικού όγκου της Θεόπετρας βλέποντας απέναντι τα Μετέωρα. Οι ανασκαφές άρχισαν το 1987 και συνεχίζονται ακόμη. Η θέση αυτή αποτελεί μέχρι σήμερα μοναδικό δείγμα για τον ελλαδικό χώρο, καθώς συνδυάζει πολλές και διαδοχικές πολιτισμικές περιόδους τουλάχιστον από τα 70.000 χρόνια πριν από σήμερα έως περίπου τα 3500 π.Χ. ( Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική και Νεολιθική), ενώ μόνο μέρος αυτών έχει βρεθεί σε λίγα ακόμη σπήλαια της Ελλάδας. Ιδιαίτερα δε η παρουσία της Μεσολιθικής περιόδου, ενδιάμεσης βαθμίδας μεταξύ της Παλαιολιθικής και της Νεολιθικής, έχει εντοπιστεί ελάχιστα σ’ όλη την Ελλάδα και η ύπαρξή της αμφισβητούνταν μέχρι πρόσφατα για τη Θεσσαλία, η οποία θεωρείται κοιτίδα του Νεολιθικού πολιτισμού, τον οποίο επίσης η ξένη βιβλιογραφία ήθελε έως πρόσφατα αποτέλεσμα εισαγωγής του από τη Μέση Ανατολή με τις μετακινήσεις των πληθυσμών. Με τις ανασκαφές στο σπήλαιο της Θεόπετρας επιβεβαιώνεται η γηγενής ανάπτυξη του νεολιθικού πολιτισμού στη Θεσσαλία, που είναι και ο πρωιμότερος της Ευρώπης, ως προερχομένου απευθείας από τους προγόνους της Μεσολιθικής και της Παλαιολιθικής εποχής. ΄Εχει διαπιστωθεί εδώ η ανάπτυξη της κεραμικής τεχνολογίας από πολύ πρώιμα στάδια, χρονολογικά και τεχνολογικά, ενώ ιδιαίτερα σημαντικές για τις γνώσεις μας είναι οι εναλλαγές του κλίματος του Πλειστοκαίνου που αναγνωρίζονται εδώ ( παγετώνες-θερμά επεισόδια) και συνοδεύονται από ανάλογες μεταβολές στην πανίδα και τη χλωρίδα, τα είδη των οποίων έχουν ταυτιστεί εδώ. Ιδιαίτερης σημασίας είναι επίσης η παρουσία πολλών εστιών φωτιάς (τροφοπαρασκευές) χρονολογημένων στα 25.000 χρόνια, στη διάρκεια ενός σχετικά θερμού διαλείμματος κατά τον τελευταίο παγετώνα του Πλειστοκαίνου. Η πολυπληθέστερη περίοδος του σπηλαίου, κατά την οποία και το κλίμα ήταν ευνοϊκό, είναι της Μέσης Παλαιολιθικής (περίπου 70.000-35.000 χρόνια πριν), από τις επιχώσεις της οποίας προέρχονται και τα περισσότερα κινητά ευρήματα (κυρίως λίθινα εργαλεία από πυριτόλιθο) που αντανακλούν κυνηγετικές και άλλες δραστηριότητες των ενοίκων του. Στην ίδια περίοδο ανήκουν εκτεταμένες εστίες φωτιάς χρονολογημένες με ΄Ανθρακα 14 (C14) στα 46.000+1600 χρόνια από σήμερα – είναι οι παλαιότερες χρονολογημένες ηλικίες με αυτή τη μέθοδο στην Ελλάδα. Σε ιλυώδες ίζημα της ίδιας περιόδου ή και λίγο παλιότερης εντοπίστηκαν και αποκαλύφθηκαν αποτυπώματα ανθρωπίνων πελμάτων, μάλλον παιδιών, και είναι μέχρι σήμερα τα δεύτερα σε παλαιότητα απ’ όλη την Ευρώπη και σπανιότατα παγκοσμίως. Δύο ανθρώπινοι σκελετοί, ο ένας της Ανώτερης Παλαιολιθικής χρονολογημένος στα 14.500 π.Χ. και ο άλλος της Μεσολιθικής στα 7050-7010 π.Χ., επιβεβαιώνουν μεταξύ άλλων αποσπασματικών ανθρωπολογικών ευρημάτων την ανθρώπινη παρουσία και δραστηριότητα στο σπήλαιο σ’ αυτές τις τόσο πρώιμες περιόδους. Η ανασκαφική μας δραστηριότητα τα επόμενα χρόνια θα εστιαστεί στην αναζήτηση ακόμη παλαιότερου ανθρώπινου τύπου (Νεάντερταλ), η παρουσία του οποίου στην Ευρώπη τοποθετείται γύρω στα 40.000 χρόνια πριν.
Τέλος, μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι Νεολιθικές επιχώσεις, αφού η νεολιθική περίοδος στη Θεσσαλία είναι κυρίως γνωστή από πολλούς υπαίθριους οικισμούς (μαγούλες) και είναι η μόνη θέση σε σπήλαιο αυτής της περιόδου γνωστή ως σήμερα στην περιοχή. Από το πλήθος και τον πλούτο των νεολιθικών ευρημάτων συνάγεται ότι πρόκειται για οικισμό ιδιαίτερου χαρακτήρα με ευρήματα όλων των φάσεων της Νεολιθικής (Αρχαιότερη-Μέση-Νεότερη-Χαλκολιθική), κάτι εξαιρετικά σπάνιο στους υπαίθριους οικισμούς, ενώ φαίνεται να προκύπτουν επαφές και με τα Βαλκάνια, με αποκορύφωμα χρυσό κόσμημα χρονολογημένο στα 4.000 π.Χ. περίπου.
Από το σύνολο των επιχώσεων έχουν βρεθεί και καταγραφεί 6.884.μικρά ευρήματα και 38.000 όστρακα κεραμικής, που βρίσκονται σε στάδιο μελέτης ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται επίσης μελέτες και αναλύσεις αρχαιοβοτανικής, ανθρωπολογίας, γεωλογίας, ανθρακολογίας, ζωολογίας κ.α.
Η ανάδειξη και προβολή των παραπάνω αρχαιολογικών στοιχείων, καθώς και του φυσικού χώρου έχει επιτευχθεί μέσω των παρακάτω επεμβάσεων σαν έργο που εντάχθηκε στο Γ’ ΚΠΣ :
- Προστασία – ανάδειξη ανασκαφικών τομών
- Τεχνικές μελέτες (τοπογραφική, αρχιτεκτονική, στατική, γεωτεχνική, ηλεκτρομηχανολογική)
- Ασφαλτόστρωση του δρόμου πρόσβασης μέχρι του χώρου στάθμευσης
- Κατασκευή μονοπατιού πρόσβασης στο σπήλαιο από το χώρο στάθμευσης
- Κατασκευή διαδρόμων επίσκεψης στο εσωτερικό του σπηλαίου
- Ηλεκτροφωτισμός του σπηλαίου
Δημιουργία πληροφοριακού υλικού».