Μήνυση αποφάσισε κατά πλειοψηφία να υποβάλλει το ΔΣ της ΕΑΣΤ κατά του μέλους του Στεφάνου Ντάκου και του κ. Γιώργου Τσίτζηρα, μετά την χθεσινή συνεδρίαση του Οργάνου.
Μήνυση αποφάσισε κατά πλειοψηφία να υποβάλλει το ΔΣ της ΕΑΣΤ κατά του μέλους του Στεφάνου Ντάκου και του κ. Γιώργου Τσίτζηρα, μετά την χθεσινή συνεδρίαση του Οργάνου.
Όπως είχε προαναγγελθεί, το ΔΣ συνεδρίασε χθες με μοναδικό θέμα την προσφυγή στην Δικαιοσύνη κατά των κκ Ντάκου και Τσίτζηρα, για παρεμπόδιση της διαδικασίας συνεδρίασης του Οργάνου. Η απόφαση λήφθηκε με 5 υπέρ (παράταξη της ΝΔ) και 2 κατά (παράταξη του ΚΚΕ), ενώ η παράταξη του ΠΑΣΟΚ κατέθεσε υπόμνημα και αποχώρησε.
Στην σύγκληση του ΔΣ χθες στα γραφεία της Ένωσης, παρουσιάστηκαν τα δύο μέλη της παράταξης που πρόσκειται στο ΠΑΣΟΚ, ο κ. Ντάκος και ο κ. Αθανάσιος Ντοβόρης, μαζί με τον κ. Τσίτζηρα, ο οποίος έχει καθαιρεθεί, μετά από απόφαση της πλειοψηφίας του ΔΣ. Κατέθεσαν υπόμνημα και στην συνέχεια αποχώρησαν, δηλώνοντας πως, σύμφωνα με έγγραφο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, κακώς ο κ. Τσίτζηρας καθαιρέθηκε, καθώς το Όργανο είναι αναρμόδιο και τονίζοντας πως οι τρεις, που εκλέχτηκαν από την Γενική Συνέλευση θα παρίστανται στις επόμενες συνεδριάσεις. Ο κ. Ντάκος υπογράμμισε πως εφόσον υπάρχει προσφυγή του κ. Τσίτζηρα στην Δικαιοσύνη κατά της απόφασης καθαίρεσής του του ΔΣ και αυτή εκκρεμεί, και οι τρεις θα παίρνουν μέρος στις συνεδριάσεις.
Επίσης, στο υπόμνημα που κατέθεσε η παράταξη του ΠΑΣΟΚ χθες στο ΔΣ, αναφέρεται “ο πρόεδρος Αχιλλέας Λιούτας εμπόδισε τον κ. Τσίτζηρα να ψηφίζει και διέταξε την πρακτικογράφο να γράφει ότι της υπαγορεύει ο ίδιος υπό το κράτος απειλών. Κατόπιν διαφωνιών των μελών του ΔΣ, ο κ. Λιούτας διέκοψε την συνεδρίαση της 21/01/2011”.
Στο υπόμνημα αναφέρεται και ότι “στις 01/01/2011 κανένα μέλος δεν είχε ανάρμοστη συμπεριφορά, ούτε εκτόξευσε απειλές προς οποιοδήποτε άλλο μέλος και κανείς δεν εμπόδισε την συνεδρίαση, ως εκ τούτου δεν υφίσταται θέμα διακοπή της συνεδρίασης, ούτε λόγος μήνυσης σε βάρος της μειοψηφίας”.
“Θεωρούμε ότι η βιομηχανία μηνύσεων που ακολουθεί ο κ. Λιούτας – χρησιμοποιώντας μάλιστα υπαλλήλους δικηγόρους της ΕΑΣΤ και χρεώνοντας την ΕΑΣΤ – γίνεται προς εκφοβισμό όσων τολμήσουν να εκφράσουν διαφορετική άποψη από την δική του. Οι διαφορές σχετίζονται με την λειτουργία της ΕΑΣΤ και πρέπει να λύνονται στα όργανα αυτής και όχι στα δικαστήρια. Οποιαδήποτε προσπάθεια φίμωσης της ελεύθερης έκφρασης της γνώμης και συνδικαλιστικής δράσης, πόσο μάλλον ποινικοποίησης της αντίθετης – διαφορετικής άποψης θα μας βρίσκει πάντα αντίθετους”, σημειώνεται στο υπόμνημα.
Όσον αφορά το έγγραφο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης που έχει προσκομίσει ο κ. Τσίτζηρα, σ’ αυτό αναφέρονται τα εξής: “Δε μπορεί να εκλεγεί μέλος στα όργανα διοίκησης της Ένωσης ή αντιπρόσωπος, όποιος καταδικάστηκε με τελεσίδικη απόφαση σε οποιαδήποτε ποινή για σειρά παραβιάσεων και παραβάσεων της νομοθεσίας. Η διαπίστωση γίνεται από το ΔΣ της Ένωσης. Αν κατά την διάρκεια της θητείας του οργάνου διαπιστωθεί για μέλος του η ύπαρξη οποιουδήποτε από τα ποινικά κωλύματα, το μέλος αυτό εκπίπτει αυτοδίκαια. Κατόπιν των ανωτέρω, η συνδρομή στο πρόσωπο ενός μέλους του ΔΣ κάποιου κωλύματος, κατά την διάρκεια της θητείας του, από εκείνα που προβλέπονται στο καταστατικό ή στον νόμο 2810/2000, συνεπάγεται την έκπτωση του μέλους αυτού από το αξίωμά του. Ο αυτοδίκαιος χαρακτήρας της απώλειας της ιδιότητας του συμβούλου σημαίνει, κατά την άποψη του Υπουργείου, ότι δεν απαιτείται διαπιστωτική πράξη οπουδήποτε οργάνου της οργάνωσης ως προϋπόθεση της έκπωσης, ή ως προϋπόθεση της επέλευσης των συνεπειών της έκπτωσης. Έτσι λοιπόν, ούτε το ΔΣ, ούτε η ΓΣ είναι αναγκαίο να ασχοληθούν με την επέλευση του λόγου έκπτωσης, ούτε, αν ασχοληθούν, η επέλευση εμποδίζεται από τυχόν αρνητική γνώμη τους.
Δεν υπάρχει εξάρτηση της έκπτωσης από οποιαδήποτε θετική ή αρνητική απόφαση κάποιου οργάνου, αλλά ούτε δικαιοδοσία οργάνου του Συνεταιρισμού να επιφέρει έκπτωση. Νομική συνέπεια της αυτοδίκαιης αυτής επέλευσης των λόγων έκπτωσης είναι η αμφισβήτησή τους να επιλυθεί μόνο στα πολιτικά δικαστήρια.
Αν τυχόν ΔΣ αποφανθεί περί έκπτωσης κάποιοι μέλους, λόγω συνδρομής κωλύματος, η πράξη αυτού του οργάνου δεν είναι δημιουργική νέας κατάστασης, αλλά διαπιστωτική της ήδη υπάρχουσας, η οποία επήλθε αυτοδικαίως. Οποιοδήποτε μέλος μπορεί να ζητήσει να αποφανθεί αρμόδιο δικαστήριο περί του αν επήλθε ή όχι έκπτωση.
Ο κ. Λιούτας τονίζει πως η υπόθεση της καθαίρεσης του κ. Τσίτζηρα έχει πάει στα Δικαστήρια και εκδικάζεται στις 09/02/2011, ενώ η αίτηση προσωρινής διαταγής παύσης της απόφασης του ΔΣ, έχει απορριφθεί από το Δικαστήριο, οπότε μέχρι την απόφαση της Δικαιοσύνης, ο κ. Τσίτζηρας δεν μπορεί να λάβει μέρος στο ΔΣ.
Το Υπουργείο αναφέρει ακριβώς όσα και το Καταστατικό μας, σημειώνει ο κ. Λιούτας και προσθέτει πως το ζήτημα αφορά πλέον την Δικαιοσύνη, οπότε όλοι αναμένουν τις αποφάσεις της.
Σχολιάζοντας την πρόθεση των τριών μελών της αντιπολίτευσης να παρίστανται στις συνεδριάσεις του ΔΣ, ο κ. Λιούτας επισημαίνει πως από την στιγμή που κατατίθεται μήνυση , υπάρχουν συνέπειες σε όποιον παρεμποδίζει νόμιμες συνεδριάσεις οργάνων. “Δεν φιμώνουμε τίποτα, αρκεί να γίνονται νόμιμα. Πως παίρνει μέρος στο ΔΣ κάποιος που δεν δικαιούται”, σημειώνει ο κ. Λιούτας.
Από την πλευρά της παράταξης που πρόσκειται στο ΚΚΕ, το μέλος του ΔΣ Αθανάσιος Γάτσιος τονίζει πως είναι αντίθετοι στην προσφυγή στην δικαιοσύνη από συνεταιριστές και υπογράμμισε πως η διαμάχη αυτή είναι βεντέτα μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.
“Το θέσαμε καθαρά και το ξαναλέμε πως μόνο τα δικαστήρια είναι αρμόδια για την επίλυση τέτοιων ζητημάτων”, δήλωσε ο κ. Γάτσιος και πρόσθεσε “θεωρούμε ότι τέτοιες διαμάχες αποτελούν βούτυρο στο ψωμί του Υπουργείου για τον ¨Καλλικράτη” στους συνεταιρισμούς, που θα αποτελέσει νέο εργαλείο για ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών”.
“Εμείς δεν μπαίνουμε σ’ αυτήν την λογική που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των αγροτών, αλλά και της ΕΑΣΤ και των εργαζομένων σ’ αυτήν. Το κύριο μέλημά μας είναι να στηρίξουμε τους μικρομεσαίους αγρότες και την Ένωση ώστε να καταστεί παραγωγική, προστατεύοντας το εισόδημα της μικρομεσαίας αγροτιάς και να στηρίξουμε τους εργαζόμενους στην ΕΑΣΤ, οι οποίοι θα βρεθούνε μαζικά στη ανεργία αν ακολουθηθούν τέτοιες πρακτικές που μπορούν να οδηγήσουν την Ένωση σε οικονομικό μαρασμό”.