Η ακραία κακοκαιρία Daniel τον περασμένο Σεπτέμβριο, με τα πρωτόγνωρα ύψη βροχής και τη μεγάλη ραγδαιότητα, τα εκτεταμένα πλημμυρικά φαινόμενα που αναπτύχθηκαν σε μία έκταση πάνω από 750.000 στρέμματα, αλλά και τα συνοδά γεωδυναμικά φαινόμενα που συντέλεσαν καθοριστικά στη διαμόρφωση νέας μορφολογίας της Θεσσαλίας, συνθέτουν την πιο ισχυρή τεκμηρίωση για την εξελισσόμενη κλιματική κρίση.
Παράλληλα, οι τεράστιες επιπτώσεις τόσο σε κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό επίπεδο, όσο και οι καταστροφές σε έργα, υποδομές, κατασκευές, οικιστικούς χώρους, δίκτυα, αγροτικές, βιοτεχνικές και βιομηχανικές εγκαταστάσεις και στη δημόσια υγεία ολοκληρώνουν όλες τις ”απαιτήσεις” και υπογραμμίζουν την κλιματική κρίση.
Είναι γεγονός ότι μέσα σε τρία μόλις χρόνια με τον Ιανό και τον Daniel, υπήρξε σχεδόν υπέρβαση των σχεδίων πλημμύρας χιλιετίας. Κατά συνέπεια προκύπτει ο μέγιστος επιστημονικός προβληματισμός για το εάν οι μέχρι τώρα υπολογισμοί μας για τα σχέδια πλημμύρας με βάση τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες επαρκούν για τον σχεδιασμό ή είναι υπό ολική αμφισβήτηση.
Ένας ακόμη προβληματισμός αφορά το μέλλον της λίμνης Κάρλα, η οποία με την ακραία κακοκαιρία Daniel, επανήλθε σε επίπεδο φυσιολογικής ανάπτυξης που υπήρχε πριν την αποξήρανση και πριν την εν μέρει επανασύστασή της.
Ποιες παρεμβάσεις λοιπόν θα πρέπει να πραγματοποιηθούν, και αν πρέπει, στη λίμνη Κάρλα; Ένα κυρίαρχο ερώτημα, το οποίο είναι δύσκολο να απαντηθεί.
Στον δημόσιο διάλογο όλο αυτό το χρονικό διάστημα διατυπώθηκαν εύλογα 5 προτάσεις, οι οποίες συνοψίζονται στα ακόλουθα:
α. Να συνεχισθεί η σημερινή αποστράγγιση μέσω της σήραγγας προς τον Παγασητικό Κόλπο έως ότου επανέλθει στη “μικρή Κάρλα”, λύση που θα απαιτήσει 18 τουλάχιστον μήνες και επιπρόσθετα αντίστοιχο χρονικό διάστημα για την επαναφορά των καλλιεργειών.
β. Να παραμείνει η έκταση της σημερινής Κάρλας μετά τον Daniel χωρίς αποστράγγιση, ώστε να αποκατασταθεί η περιβαλλοντική ισορροπία που υφίστατο πριν την παρέμβαση της δεκαετίας του ’60, με συνέπεια τη μόνιμη κατάληψη μίας μεγάλης αγροτικής έκτασης.
γ. Να διοχετευθούν ποσότητες νερού, μέσω υπόγειων καρστικών γεωλογικών σχηματισμών με μεγάλη περατότητα, ώστε να επιτευχθεί μία ρυθμιστική αποτελεσματική διαδικασία διατήρησης των αποθεμάτων στο επίπεδο που κάθε φορά κρίνεται σκόπιμο.
δ. Διάνοιξη νέας σήραγγας προς το Αιγαίο Πέλαγος μήκους τουλάχιστον 10 χιλιομέτρων, ικανής διαμέτρου, ώστε να υπάρχει σχετικά γρήγορη αποστράγγιση σε περίπτωση ακραίων πλημμυρικών φαινομένων. Ένα εγχείρημα που απαιτεί πολύπλοκες μελέτες, επίπονες ερευνητικές εργασίες, μεγάλο χρόνο κατασκευής και κυρίως υψηλότατο κόστος. Πρόσθετοι αστάθμητοι παράμετροι για τη λύση αυτή είναι η γεωλογική δομή και οι γεωτεχνικές συνθήκες κατά μήκος της σήραγγας αλλά κυρίως, πιθανότατα, εμπλοκή με προσφυγή στο Συμβούλιο Επικρατείας για τις Περιβαλλοντικές Επιπτώσεις του εγχειρήματος κατ’ αντιστοιχία με τα έργα της εκτροπής του Αχελώου.
ε. Παρεμβάσεις και έργα μακριά από την Κάρλα σε όλο το Θεσσαλικό Επίπεδο και στην γύρω ορεινή περιοχή με στοχευμένα έργα στην περιοχή του Πηνειού ποταμού και της Λάρισας, έτσι ώστε να αποφευχθούν μελλοντικές τροφοδοσίες μεγάλων ποσοτήτων νερού.
Η τεκμηρίωση της πιο ενδεδειγμένης λύσης και κατ’ επέκταση η λήψη απόφασης δεν μπορεί να γίνει δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε τη μία και μόνη σημαντική παράμετρο, που δεν είναι άλλη από την γνώση των εξελισσόμενων γεωπεριβαλλοντικών διεργασιών, οι οποίες διαφοροποιούνται γρήγορα με την κλιματική κρίση και ίσως με την κλιματική κατάρρευση.
Με απλά λόγια, θα πρέπει να διερευνηθεί η φυσικογεωγραφική εξέλιξη του Θεσσαλικού χώρου και ιδιαίτερα του ανατολικού πεδίου τουλάχιστον τα τελευταία 10.000 χρόνια, δηλαδή μέσα στο Ολόκαινο, ώστε να κατανοηθούν οι διεργασίες στο γεωπεριβάλλον που έλαβαν χώρα και οι διαφορετικές γεωμορφικές εικόνες που εναλλάσσονται με το χρόνο, μερικές φορές ταχύτατα.
Αυτό που παρατηρούμε σήμερα δεν είναι τίποτα άλλο από ένα μόνο στιγμιότυπο ενός σεναρίου μίας επεισοδιακής ταινίας μακράς διάρκειας. Αν δεν συλλάβουμε την πολύπλοκη ευπάθεια δεν μπορούμε να εκφράσουμε άποψη, ούτε ικανοποιητική και βιώσιμη περιβαλλοντική λύση για ένα τόσο ευαίσθητο σημείο του φυσικογεωγραφικού – γεωπεριβαλλοντικού πλαισίου.
Έτσι, εκείνο το οποίο προτείνεται είναι να εκτελεσθεί τώρα μία ειδική γεωπεριβαλλοντική – φυσικογεωγραφική έρευνα, η οποία θα υποδείξει με τον πιο ασφαλή τρόπο τις ενδεδειγμένες παρεμβάσεις, οι οποίες θα πρέπει να δρομολογηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Εν κατακλείδι, οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι εν πολλοίς το μέλλον της Κάρλας δεν καθορίζεται από εμάς και τις δικές μας αποφάσεις, αλλά από τις ίδιες τις διαχρονικά εξελισσόμενες περιβαλλοντικές διεργασίες, στις οποίες θα πρέπει να προσαρμοστούμε, σύμφωνα και με την κυρίαρχη απόφαση της 3ης Συνόδου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών στο Sendai της Ιαπωνίας το 2015.
Γράφει ο Δρ. Ευθύμης Λέκκας, Καθηγητής Δυναμικής Τεκτονικής Εφαρμοσμένης Γεωλογίας &
Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, Πρόεδρος ΟΑΣΠ