Ο οδυνηρός κατήφορος της Ελλάδας – Γράφει ο Γ. Παπασίμος


Ο μνημονιακός νεοφιλελεύθερος «οδοστρωτήρας» και η «σιδερόφρακτη» Γερμανική μονεταριστική δημοσιονομική «σταθερότητα», που εμπεριέχει και σκληρό «τιμωρητικό» χαρακτήρα, έχει επιπέσει ως τυφώνας στην Χώρα μας, προκαλώντας, ήδη, σοβαρή ανθρωπιστική κρίση, αδιανόητη για Ευρωπαϊκή Χώρα, μέλος του «σκληρού πυρήνα του ευρώ». Χιλιάδες οικογένειες δεν έχουν πρόσβαση στο πετρέλαιο, στο ηλεκτρικό ρεύμα και επιβιώνουν χάριν των συσσιτίων. Οι αυτοκτονίες, οι θάνατοι από αναθυμιάσεις των μαγκαλιών και το κρύο, απλώς αποτελούν τις «επιφανειακές πληγές» αυτού του δραματικού και σκοτεινού «τούνελ», στο οποίο έχει εισέλθει η Χώρα μας.

Πρόκειται για άδικη εξέλιξη και κατάληξη, γιατί η Ελλάδα είχε όλες τις δυνατότητες, από πλευράς φυσικού πλούτου και συγκριτικών πλεονεκτημάτων, αλλά και ανθρώπινου δυναμικού και τεχνογνωσίας, να κατακτήσει μία από τις καλύτερες θέσεις στην Ευρωπαϊκή οικονομία. Η τραγική αυτή εξέλιξη οφείλεται, πρωτίστως, στο κλεπτοκρατικό περιφερειακό καπιταλιστικό «τερατούργημα», βάση του οποίου αποτέλεσαν οι διαχρονικές «πληγές» του σύγχρονου Ελληνικού Κράτους μετά την απελευθέρωση της Χώρας, από το 1830, που είναι ο έντονος παρασιτισμός της οικονομικής ολιγαρχίας και η διαχρονική κραταιά αντίληψη της «αρπαχτής» και του «μαυραγοριτισμού».

Θα περίμενε κανένας, βέβαια, ότι μετά την πτώση της επτάχρονης δικτατορίας το 1974, η επαναφορά στην δημοκρατική ομαλότητα, αλλά και η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση του Ελληνικού Λαού, θα αποτελούσε την αφετηρία για την μετάβαση της σύγχρονης Ελλάδος σε ένα άλλο ποιοτικό επίπεδο. Πλην όμως, ο «θανάσιμος εναγκαλισμός» της κομματικής εξουσίας και του πολιτικού προσωπικού, με την κομπραδόρικη Ελληνική εξαρτημένη οικονομική ολιγαρχία, αποτέλεσαν «θανατηφόρο συνδυασμό». Είναι χαρακτηριστικό ότι, από το 1974 έως σήμερα, οποιαδήποτε προσπάθεια αυτοδύναμης παραγωγικής δραστηριότητας στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, υπονομεύθηκε και ξεπουλήθηκε «αντί πινακίου φακής» στους μεσίτες των ξένων συμφερόντων, δηλαδή της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας, η οποία θεωρούσε αφρόνως, ότι ήταν προτιμότερο, αφού επέφερε περισσότερα και πιο εύκολα για την ίδια και για τους ξένους «κηδεμόνες» της κέρδη, το να εισάγει αυτά τα βιομηχανικά προϊόντα και να εξάγει τα κέρδη της στην Ελβετία, από το να σχεδιάζει και να κατασκευάζει στην Ελλάδα, θωρακίζοντας την οικονομία της. Η πολιτική εξουσία, αντίστοιχα, αντί να ανατρέψει αυτή την κατάσταση, μετατράπηκε σε «σάρκα εκ της σαρκός» της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας, πριμοδοτώντας, έτσι, με τις πολιτικές της στην Μεταπολίτευση, αυτή την καταστροφική κατεύθυνση της Χώρας, αφού, όχι μόνο διέλυσε την οικονομία και το πολιτικό εποικοδόμημα, αλλά «μόλυνε» όλη την κοινωνία και τους ενδιάμεσους θεσμούς, με την ιδεολογία της «αρπαχτής», της ήσσονος προσπάθειας και της επικράτησης των «κολλητών». Έτσι, κυρίαρχο στοιχείο αυτής της περιόδου αποτελούν οι τρομακτικές σπατάλες, οι «μίζες», η διαφθορά και η «σήψη», μεταξύ του κρατικοδίαιτου ιδιωτικού τομέα και του πολιτικού προσωπικού εξουσίας, αλλά και ο μεθοδευμένος υπερδανεισμός όλων των Ελληνικών νοικοκυριών, για την δημιουργία ψευδοευημερίας – ανοχής, που δημιούργησε, όμως, συνθήκες πολιτικής «ομηρίας», αλλά και ιδιότυπου «μιθριδατισμού» στην κοινωνία.

Έτσι, σήμερα βιώνουμε τα «επίχειρα» και τα «απόνερα» ενός εθνικού εγκλήματος, που τελέσθηκε σε βάρος της πλειοψηφίας του Ελληνικού Λαού, κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, που υπήρξε η πλέον ήρεμη περίοδος κατά την σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδος, από την ίδρυσή της ως Κράτος.

Είναι η περίοδος που, ενώ η Χώρα είχε τις μεγαλύτερες ευκαιρίες, για να τεθούν στέρεα θεμέλια και βάσεις, για ένα ανταγωνιστικό παραγωγικό οικονομικό μοντέλο και δομές Κράτους Δικαίου και Πρόνοιας, κατέληξε σήμερα, στην οιονεί χρεοκοπία και στο κοινωνικό «έρεβος», όπου χιλιάδες συμπολίτες μας συνωστίζονται στο περιθώριο, την ανέχεια, την φτώχεια και την απελπισία, σε έναν αργό, αλλά σταθερό κατηφορικό Ελληνικό «Γολγοθά».

Προηγούμενο άρθρο «Επανεκκίνηση τώρα» για τον Δήμο Τρικκαίων
Επόμενο άρθρο Στα Τρίκαλα ο Βουλευτής της Χ.Α. Παναγιώτης Ηλιόπουλος