Σε μια περίοδο όπου οι πολίτες καλούνται, μέσα σε αντίξοες συνθήκες, να ανταποκριθούν στις συνεχόμενες οικονομικές υποχρεώσεις που τους επιβάλει η κυβέρνηση (φορολογική επιδρομή, χαράτσια, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, κλπ), προκλητικά παραμένουν τα προνόμια των βουλευτών τόσο από άποψη αποδοχών, όσο και φοροαπαλλαγών. Το μείζον αυτό κοινωνικό και ηθικό θέμα ανέδειξε με ερώτησή της η βουλευτής της ΔΗΜ.ΑΡ Μαρία Γιαννακάκη σημειώνοντας πως στους βουλευτές και τους δικαστές το αφορολόγητο εισόδημα υπερβαίνει ακόμη και το 50% του ακαθάριστου εισοδήματος. Ειδικότερα για τους Βουλευτές, όπως προκύπτει από τις αναρτημένες δηλώσεις πόθεν έσχες του 2011 στον διαδικτυακό ιστότοπο της Βουλής, το φορολογητέο εισόδημα κυμαίνεται μεταξύ 18.000 και 30.000 ευρώ, ενώ το αφορολόγητο κατά μέσο όρο αντιστοιχεί στις 65.000 ευρώ. Επιπλέον, παρέχονται επιδόματα οργάνωσης γραφείου, οικογενειακής παροχής, ταχυδρομικών τελών και κίνησης, και αμοιβές για συμμετοχή στις κοινοβουλευτικές επιτροπές, τα οποία δεν εμφανίζονται στα εκκαθαριστικά. Η προκλητική αυτή εισοδηματική και φορολογική μεταχείριση των βουλευτών τη στιγμή που οι πολίτες δεν μπορούν να ανταποκριθούν σε στοιχειώδεις ανάγκες επιβίωσης, δημιουργεί, δικαιολογημένα, αίσθημα αδικίας και αποτελεί απειλή για την κοινωνική συνοχή. Περιττό να αναφέρουμε ότι στην απάντηση που έδωσε στην ερώτηση της βουλευτή της ΔΗΜ.ΑΡ ο υφυπουργός οικονομικών κ. Μαυραγάνης…..εποίησεν την νήσσαν, ακολουθώντας την τακτική «άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε»