Την επιστημονική μελέτη για την επανάχρηση του χώρου όπου στεγάζονταν οι παλιές Φυλακές Τρικάλων αλλά και την αναμόρφωση της ευρύτερης περιοχής, έχει στα χέρια της η δημοτική αρχή του Δήμου Τρικκαίων, ώστε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εργαλείο στο πλαίσιο της υλοποίηση αυτού του τόσο σημαντικού για την πόλη έργου.
Δημιουργός της εν λόγω μελέτης είναι η συμπολίτισσα αρχιτέκτονας του Ε.Μ.Π. Θεοδώρα Δημ. Βαρδούλη που συνεχίζει τις σπουδές της και εργάζεται στο Πανεπιστήμιο του Μ.Ι.Τ της Βοστώνης των Η.Π.Α., από την οποία ο δήμαρχος Τρικκαίων Χρήστος Λάππας ζήτησε να δωρίσει στο Δήμο την επιστημονική της μελέτη.
Η Τρικαλινή επιστήμονας τελικώς ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα του δημάρχου και η παραπάνω δωρεά αποτέλεσε το υπόβαθρο πάνω στο οποίο η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου επεξεργάστηκε την επανάχρηση του κεντρικού κτιρίου των φυλακών με στόχο την ένταξη του έργου στο πρόγραμμα χρηματοδότησης ΕΣΠΑ. Σημειωτέον δε ότι η μελέτη παρουσιάστηκε και έλαβε την έγκριση των μελών του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Τρικκαίων στη διάρκεια της συνεδρίασης που πραγματοποιήθηκε την 1η Ιουνίου 2011.
Ένταξη στο ΕΣΠΑ
Να επισημανθεί ότι στο επόμενο χρονικό διάστημα η δημοτική αρχή θα υποβάλλει για ένταξη στο πρόγραμμα ΕΣΠΑ και το υπόλοιπο τμήμα της μελέτης-δωρεάς της που αφορά στη διαμόρφωση της ευρύτερης περιοχής, δηλαδή του περιβάλλοντα χώρου του συγκροτήματος των παλαιών φυλακών, μέχρι τον ποταμό Ληθαίο και το τέμενος του Οσμάν Σαχ (Κουρσούμ Τζαμί), μετά τη συζήτησή της σε επόμενο Δημοτικό Συμβούλιο.
Σύντομο ιστορικό της μελέτης – πρότασης
Ακολούθως γίνεται η παράθεση ενός σύντομου ιστορικού της εξέλιξης του κτιριακού συγκροτήματος των παλαιών φυλακών αλλά και τα σημαντικότερα τμήματα της μελέτης – πρότασης της Τρικαλινής αρχιτέκτονος.
«Τα λόγια του περιηγητή του 17ου αιώνα Εβλιά Τσελεμπί μεταφέρουν την ατμόσφαιρα της περιοχής όταν στη θέση των σημερινών παλιών φυλακών βρισκόταν ακόμα το ξακουστό Χαμάμ πλάι στην πανέμορφη φυσική κοίτη του Ληθαίου:
“Από τις τριάντα τρεις εξοχές (θέρετρα) πιο ονομαστή για περίπατο ήταν η εξοχή του Οσμάν Σαχ. Τη φυσική ειδυλλιακή ατμόσφαιρα, ειδικά τα καλοκαιρινά δειλινά την ομόρφαιναν το εκεί πλησίον ωραίο πέτρινο γεφύρι και το μαγγανοπήγαδο, που με τα κουβαδάκια του τροφοδοτούσε με νερό τα λουτρά. Εκεί υπήρχε το μεγάλο πέτρινο φράγμα με την τεχνητή λιμνούλα και παραδίπλα ο μυλαύλακας, που σα φίδι μέσα σε οπωροφόρα και μπαχτσέδες τροφοδοτούσε με νερό ένα μύλο παρακάτω”
Μέρος της φυσικής ομορφιάς της περιοχής διατηρούνταν ως τη δεκαετία του ’50 όπου η διευθέτηση της κοίτης του Ληθαίου αφαίρεσε ένα κομμάτι από την παρθένα φυσική ομορφιά του υποτάσσοντας το μαιανδρικό σχήμα του σε μια πιο βαθεια και κανονική κοίτη.
Λόγω της οικονομικής δυσπραγίας των ανθρώπων και της ελάττωσης του αριθμού των Τούρκων, φαίνεται πως το Χαμάμ του Οσμάν Σαχ σταμάτησε να λειτουργεί αρκετά πριν την απελευθέρωση του 1881.
Στις αρχές του 1890-1900. η ελληνική πολιτεία, για να αντικαταστήσει τις παλιές φυλακές στο κέντρο της πόλης (υπόγεια μπουντρούμια με συνθήκες τόσο άθλιες που ήταν πλέον εστία μολύνσεων) μετέτρεψε το Χαμάμ του Οσμάν Σαχ σε ποινικές φυλακές, κάνοντάς του ριζικές αλλαγές και περιτοιχίζοντάς το με ψηλό τοίχο. Μετά από κατεδαφίσεις, διαρυθμίσεις και επεκτάσεις, οι φυλακές πήραν την οριστική τους μορφή ως διώροφο κτίριο γύρω στο 1901.
Από τότε ξεκινά η ζωή των φυλακών Τρικάλων, ενός συστήματος απόλυτα εσωστρεφούς μέσα στα όρια της ψηλής μάντρας. Το κεντρικό κτίριο των θαλάμων έμενε πάντα σταθερό, στα χνάρια του ξεχασμένου Χαμάμ. Ο χώρος της απελευθέρωσης, της κοινωνικής συναναστροφής και της κάθαρσης σώματος και πνεύματος μετατράπηκε σε χώρο φυλάκισης και βασανισμού σωμάτων και ψυχών.
Το συγκρότημα των Φυλακών για πάνω από έναν αιώνα είναι συνδεδεμένο με την ιστορία της πόλης μας. Εκτός από ποινικές φυλακές χρησιμοποιήθηκε και σαν χώρος κράτησης πολιτικών κρατουμένων σε διάφορες φάσεις της πολιτικής ιστορίας της χώρας μας, αλλά και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής.
Σήμερα στην πόλη μας, ένα δίκτυο πεζών κινήσεων ξεκινά από τη συνοικία Βαρούσι και το Βυζαντινό Κάστρο, συνεχίζει στο Ασκληπιείο και τα “Μανάβικα” και φτάνει στο σύμπλεγμα των κεντρικών πλατειών. Η πρόταση περιλαμβάνει την προέκταση αυτού του δικτύου μέχρι τις παλιές φυλακές, τον Άγιο Κωνσταντίνο, το Τζαμί και το μαυσωλείο του Οσμάν Σαχ, μέσω της οδού Όθωνος, με τη χρήση του Ληθαίου ως ενοποιητικού στοιχείου.
Δημιουργούνται διαδρομές για πεζούς και ποδήλατα που συνδέουν το ποτάμι με τα μνημεία, οι οποίες αναπτύσσονται πάνω σε ένα ήπια διαμορφωμένο κατάφυτο πρανές, κατηφορικό προς το ποτάμι, που ξαναφέρνει στο νου μας την αρχική μορφή της περιοχής όταν ήταν ακόμη εξοχή-θέρετρο.
Ο περιβάλλων χώρος του κάθε μνημείου αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Η περιοχή του τζαμιού ανακαλεί μνήμες από περίκλειστους, με ψηλές δεντροστοιχίες κήπους της ανατολής, μέσα από μια πλατεία με οκταγωνικά μοτίβα εμπνευσμένα από την κάτοψη του τουρμπέ (μαυσωλείου) του Οσμάν Σαχ, ενώ το ίδιο το τέμενος καθρεφτίζεται σε δύο επιμήκεις δεξαμενές νερού μπροστά στην είσοδό του.
Ένας λεπτός υδάτινος άξονας ξεκινά από το τέμενος και καταλήγει στο προαύλιο των φυλακών συνδέοντας νοητά, σα νήμα, τα ιστορικά μνημεία.
Η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου παρεμβάλλεται τοποθετημένη σε μια βάση από ψηφιδωτό πλακόστρωτο, που μαζί με τη φύτευση γύρω της (κυπαρίσσια, δαμασκηνιές) παραπέμπουν σε βυζαντινά πρότυπα.
Στον περιβάλλοντα χώρο των φυλακών δημιουργούνται ανοίγματα – πορείες που επιτρέπουν σταδιακά την είσοδο της πόλης και την “επανακατάστηση” αυτού του χώρου που λειτουργούσε ως άβατο για περισσότερο από έναν αιώνα.
Από την πλευρά του ποταμού, με ένα μεγάλο άνοιγμα στον ψηλό τοίχο, εισχωρεί το πράσινο, η φύση, στο πρώην ερμητικά κλειστό συγκρότημα.
Ο κεντρικός διάδρομος του κτιρίου των παλαιών φυλακών λειτουργεί πλέον σα δημόσιος δρόμος-πέρασμα απ’ όπου επικοινωνούν οι πρώην θάλαμοι. Αυτοί ενοποιούνται καθ’ ύψος με κενά που διανοίγονται στο εσωτερικό τους ώστε να επικοινωνεί το ισόγειο με τον όροφο και το φως να διαχέεται παντού.
Ο χώρος του κεντρικού κτιρίου μπορεί να χρησιμοποιηθεί μ’ αυτόν τον τρόπο για πολιτιστικές χρήσεις. (Η πρόταση του Δήμου Τρικκαίων είναι να στεγαστεί εκεί το κέντρο ‘Ερευνας “Βασίλης Τσιτσάνης”).
Επέκταση αυτών των δραστηριοτήτων γίνεται στο προαύλιο της παλιάς φυλακής, που λειτουργεί πλέον ως δημόσιος χώρος σε επαφή με το φυσικό στοιχείο του ποταμού, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως περίκλειστη πλατεία και ως χώρος εκδηλώσεων και αναψυχής. Έτσι πραγματοποιείται ο συνδυασμός ενός ελκυστικού, ζωντανού, ανοχτού προς το ποτάμι χώρου με τη σιωπηλή ηχώ της παλιάς φυλακής».