Κινδυνεύει το Βαρούσι, η ιστορική συνοικία στην πόλη των Τρικάλων και από τις ελάχιστες σε όλη τη χώρα;
Απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δίνει ο κ. Γ.Μ. Χατζηστεργίου, πολιτικός μηχανικός στο πλαίσιο σχετικής μελέτης που έχει γίνει για αυτό το σκοπό. Ειδικότερα πρόκειται για τα κύρια σημεία μελέτης που ο Δήμος Τρικκαίων ανέθεσε στα συνεργαζόμενα Γραφεία των Γ. Χατζηστεργίου, Α. Νουκάκη, Μ. Λυρά.
Τα κτήρια
Είναι γεγονός ότι τα κτίρια αυτά, σύμφωνα με τον ίδιο, παρά το ότι δεν είναι συμβατά με τις σημερινές τεχνικές αντιλήψεις για κανονικές κατόψεις και καθαρή στατική λειτουργία έχουν μια ευνοϊκή λειτουργία έναντι του σεισμού.
Αυτό συμβαίνει επειδή το τυπικό διώροφο σπίτι των οθωμανικών χρόνων συνίσταται πρακτικά από ένα μονώροφο κτίριο (δηλ. το ισόγειο) από φέρουσες τοιχοποιίες επί του οποίου “επικάθεται” άλλο ένα μονώροφο κτίριο από ξύλο ή σύνθετες διατομές όπως αυτές των “τσατμάδων”, κατ’ αντιστοιχία των σύγχρονων προσθηκών ελαφρών κατασκευών σε υφιστάμενα κτίσματα.
Οι δοκοί του ξύλινου πατώματος και η ξύλινη στέγη λειτουργούν ως οριζόντια διαφράγματα τα οποία προσδίδουν περαιτέρω ευστάθεια και σεισμική επάρκεια σ’ αυτού του είδους τα κτίρια. Την προέλευση λοιπόν του κινδύνου δεν πρέπει, εξηγεί ο κ. Χατζηστεργίου, να αναζητήσουμε σε εξωτερικές δράσεις αλλά σε εσωτερικές δηλαδή στην εγκατάλειψη.
Τα σπίτια είναι φτιαγμένα για να ζουν μαζί με τους ανθρώπους, χωρίς αυτούς λειτουργούν ως θερμοδυναμικά ασταθή. Εκτεθειμένα καθώς είναι σε πολλαπλασιαστικές επιβαρυντικές δράσεις του περιβάλλοντος (υγρασία, φθορά των εξωτερικών στοιχείων, κλπ), η προϊούσα φθορά αποκτά ραγδαίους ρυθμούς όταν αρχίσουν να υπάρχουν προβλήματα με τη στέγη χωρίς να αντιμετωπίζονται.
Για να καταπολεμηθεί η εγκατάλειψη, διευκρινίζει ο ίδιος, είναι απαραίτητο να γίνει η γειτονιά ελκυστική για τους κατοίκους της αλλά και για τους επισκέπετες. Η μελέτη για το Βαρούσι του ηλεκτρολόγου – μηχανολόγου Μάρκου Λυρά προτείνει λοιπόν τη δραστική αναβάθμιση του δημόσιου ηλεκτροφωτισμού της περιοχής με στόχο τόσο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής εκεί όσο και την ανάδειξη των διατηρητέων.
Ανέγερση
Οι κίνδυνοι όμως δεν προέρχονται μόνον από την εγκατάλειψη αλλά και από την ανέγερση νέων οικοδομών που αλλοιώνουν τον χαρακτήρα της περιοχής, σημειώνει η παραπάνω μελέτη.
Ο μελετητής αρχιτέκτων Αντώνης Νουκάκης, ο οποίος έχει αναλάβει μετά από διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό την ανάπλαση του ιστορικού κέντρου της Βυρηττού στον Λίβανο, δεν υιοθέτησε στη μελέτη του για το Βαρούσι την άποψη ότι τα καινούρια κτίρια πρέπει να “μασκαρεύονται” ώστε να μοιάζουν με τα παλιά.
Μη αποκλείοντας βεβαίως εμπνευσμένες λύσεις που καταφέρνουν να συνδυάζουν και τους δυο τρόπους πρότεινε πάντως για τις νέες κατασκευές την απαλλαγή τους από κραυγαλέα στοιχεία και υπερβολές που προσβάλλουν τον πολιτισμό και τη χαμηλή ένταση της περιοχής.?
Οπότε το ζήτημα είναι ότι η συγκυρία δεν μπορούσε να είναι χειρότερη, σύμφωνα με τον κ. Χατζηστεργίου. Η εποχή του Μνημονίου μπορεί δυστυχώς να αποδειχθεί μοιραία για το Βαρούσι.
Παρ’ όλα αυτά, το χειρότερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να μείνουμε με σταυρωμένα τα χέρια. Υπάρχουν πράγματα που ακόμα και τώρα μπορούν να γίνουν, σύμφωνα με τον κ. Χατζηστεργίου.
Πρώτα απ’ όλα, ανεβαίνοντας τον πραγματικό Γολγοθά των υποχρεώσεών του, ο Δήμος Τρικκαίων θα άξιζε να προσθέσει στα βάρη του άλλο ένα : τη διερεύνηση της πιθανότητας χρηματοδότησης από το ΕΣΠΑ του αναβαθμισμένου ηλεκτροφωτισμού του Βαρουσίου. Υπάρχουν επίσης δράσεις που δεν απαιτούν έξοδα και μία από αυτές είναι η επιδίωξη συστηματικού συντονισμού με άλλους Δήμους που διαθέτουν ανάλογες περιοχές με σπίτια εκείνης της εποχής.
Μία συνδυασμένη πίεση μπορεί μεταξύ άλλων να καταφέρει μια δραματική βελτίωση στους χρόνους έγκρισης των μελετών αναβάθμισης αυτών των κατασκευών από το Υπουργείο Πολιτισμού, αντιμετωπίζοντας έτσι ένα πρόβλημα το οποίο αν μείνει άλυτο μπορεί εκ των πραγμάτων να συντελέσει στην ερήμωση και την κατάρρευση.
Κλίμα
Παράλληλα, πολύ θα άξιζε , συνεχίζει ο Πολιτικός Μηχανικός, να καλλιεργηθεί ένα κατάλληλο κλίμα ώστε κάποιοι από τους Τρικαλινούς νέους που σπουδάζουν στο Πολυτεχνείο να ασχοληθούν με θέματα του Βαρουσίου στις διπλωματικές εργασίες αλλά και στα διδακτορικά τους.
Εννοείται πως στα θέματα αυτά θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλες ειδικές περιπτώσεις, όπως οι μονώροφες ή διώροφες κατοικίες πιο πρόσφατων εποχών που διασώζονται ακόμα παντού στ Τρίκαλα, όπως βέβαια και η σύνθεση μιας πλήρους και διεξοδικής πολεοδομικής ιστορίας των Τρικάλων.
Η συγκρότηση μάλιστα ενός άτυπου κέντρου που θα συντόνιζε αυτές τις προσπάθειες ώστε να αποφεύγονται άσκοπα ξοδέματα θα μπορούσε ενδεχομένως να εξυπηρετήσει και τη μεθόδευση επαφών με πόλεις του εξωτερικού που έχουν κτίρια σαν αυτά του Βαρουσίου για ανταλλαγή εμπειριών και εμβάθυνση.
Σε δύσκολους καιρούς σαν αυτούς που περνάμε τέτοιου είδους ενέργειες βοηθάνε με εμπνευσμένο τρόπο τη συλλογική αυτογνωσία, άρα και την αίσθηση ταυτότητας, ενισχύοντας έτσι την απαντοχή μας αλλά και την αίσθηση προοπτικής.
Είναι κρίμα να μείνει στη μέση το έργο τόσων και τόσων που έχουν δουλέψει γι’ αυτή την υπόθεση, αρχιτεκτόνων, μηχανικών, συγγραφέων και άλλων, αλλά πάνω απ’ όλα των ίδιων των κατοίκων του Βαρουσίου οι οποίοι με το να ζούνε εκεί εμπράκτως υποστηρίζουν μέρα και νύχτα τη διάσωση της περιοχής, καταλήγει ο ίδιος.