Οι πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών κ. Στουρνάρα, ότι δεν είναι η ώρα η Ελλάδα να ζητήσει την ικανοποίηση των οφειλών της Γερμανίας από την λεηλασία και καταστροφή της Χώρας στην περίοδο της Κατοχής και ότι, δήθεν, η Ελληνική κυβέρνηση κοιτάζει στο μέλλον (!!!), είναι προκλητικές και απαράδεκτες, όχι μόνο γιατί χρησιμοποίησε την ίδια ακριβώς επιχειρηματολογία του Γερμανού ομόλογού του κ. Σόιμπλε, αλλά γιατί, για το κολοσσιαίο αυτό θέμα, έφθασε η ώρα για την άμεση λύση του.
Εξήντα οκτώ χρόνια μετά την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και είκοσι τρία χρόνια μετά την επανένωση της Γερμανίας (Οκτώβριος του 1990), είναι, περισσότερο από ποτέ, ώριμη η στιγμή να δικαιωθούν τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Δεν υπάρχει, πλέον, ούτε ένα «φύλλο συκής», για να κρύψει η πολιτικοοικονομική «ελίτ» της Χώρας την πολιτική της «εθελοδουλία»απέναντι στην Γερμανική αλαζονεία και οικονομικό εθνικισμό, αφού, μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών το 1990, ήρθη ο όρος αναστολής πληρωμών, που είχε τεθεί στην Συνδιάσκεψη του Λονδίνου το 1953 και παρήλθε η πενταετής προθεσμία, που δόθηκε στην Γερμανία για την καταβολή αποζημιώσεων, με την Συμφωνία της Μόσχας, γνωστής ως «Συνθήκη 4+2», το 1990.
Συνεπώς, δεν υπάρχει κανένα νομικό εμπόδιο για την διεκδίκηση από την Ελλάδα του συνόλου των οφειλών του Γερμανικού Δημοσίου για την ναζιστική βαρβαρότητα στην Χώρα, όπως την απόδοση του κατοχικού δανείου ύψους περίπου 68 δις ευρώ, την απόδοση των αποζημιώσεων, που επιδικάσθηκαν στην Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού το 1946 (7 δις 100 εκατομμύρια δολλάρια ΗΠΑ, σημερινής αξίας 108 δις ευρώ χωρίς τόκους), την απόδοση των ληστευμένων από τους Ναζί αρχαιολογικών θησαυρών της Χώρας, καθώς επίσης και τις αποζημιώσεις των φυσικών προσώπων από τα 110 περίπου Ολοκαυτώματα, που διέπραξαν τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής της Βέρμαχτ, σε διάφορες μαρτυρικές περιοχές της Χώρας (Δίστομο, Καλάβρυτα, Βιάννος, Κομμένο κ.λπ.). Για το τελευταίο θέμα, που αφορά τις αποζημιώσεις των φυσικών προσώπων, η Ελληνική Πολιτεία έχει έντονα ηθικό, αλλά και νομικό χρέος, να ανακινήσει το θέμα αυτό και να το θέσει σε διαπραγμάτευση με την Γερμανία, μετά την τελευταία απόφαση του Δικαστηρίου της Χάγης.
Οι ευθύνες της πολιτικοοικονομικής Ελληνικής «ελίτ» και του πολιτικού προσωπικού, που κυβέρνησε αυτή την Χώρα για πολλές δεκαετίες (πλην της τιμητικής εξαίρεσης της επίδοσης της Ρηματικής Ανακοίνωσης της 14ης Νοεμβρίου 1995, από τον, τότε, Πρωθυπουργό, αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου), είναι τεράστιες. Ιδιαίτερα οι ευθύνες αυτές μεγεθύνονται, μετά την εμφάνιση της σφοδρής οικονομικής κρίσης και της ένταξης της Χώρας στον μνημονιακό «οδοστρωτήρα», όπου «κονιορτοποιούνται» και περιθωριοποιούνται τα μεσαία και ασθενέστερα στρώματα και μετατρέπεται η Ελλάδα σε ιδιότυπη «αποικία χρέους», με βάση τον σχεδιασμό και την οικονομική πολιτική, που επιβάλλεται από το Βερολίνο, ως κέντρο του «Τετάρτου Οικονομικού Ράιχ», αποτελώντας «ύβρι» με την αρχαιοελληνική έννοια του όρου.
Μάλιστα, η διαφαινόμενη νέα προκλητική πολιτική «εθελοδουλία» της δικομματικής κυβέρνησης στο θέμα αυτό, έχει όλα τα αντικειμενικά στοιχεία, που συνιστούν την υπόσταση των εγκλημάτων της παράβασης καθήκοντος και της εθνικής προδοσίας και οι υπεύθυνοι πρέπει να κληθούν να λογοδοτήσουν έναντι της Ιστορίας, του δημοσίου συμφέροντος και των απαράγραπτων ανθρωπιστικών αξιών, που «κατακρεουργήθηκαν» από τους Ναζί.