Αμαλία Ηλιάδη: «Εν είδει Κοινωνικής Κριτικής»


 

«Τα  σφάλματα  των  ιδιωτών  προκαλούν  ζημιά  μόνο  στους  ίδιους  και  όχι  στο  πλήθος  ενώ  τα  σφάλματα  των  αρχόντων  και  των  πολιτικών  αγγίζουν  τους  πάντες».

Δημοσθένης

Η  παραδοχή, κατ’ αρχάς, ότι η εν πολλοίς κρατικοδίαιτη διαφθορά   στις  μέρες  μας  ταλανίζει  την  ελληνική  κοινωνία,  είναι απαραίτητο στοιχείο εθνικής αυτογνωσίας, καθώς  η  ιστορία  έχει  δείξει  πως  ο  δρόμος  της  αρετής απαιτεί  ανάληψη ρηξικέλευθων  πρωτοβουλιών  και  τολμηρά  έργα.  Ο  καθηγητής και εμβριθής διανοητής Χρήστος  Γιανναράς  διατυπώνει σχετικά: «εδώ  και  αρκετά  χρόνια,  στην  Ελλάδα  η  κοινωνική  διαφθορά  είναι  σε  μεγάλο  ποσοστό  κρατικογενής.  Το  κράτος  είναι  ο  βασικός  διαφθορέας  της  ελληνικής  κοινωνίας,  μολυσματική  αιτία  και  γενεσιουργός  αφορμή  αμοραλισμού,  σήψης,  εκφαυλισμού  των  πολιτών.  Το  κράτος: δηλαδή  τα  κόμματα, αφού  στην  Ελλάδα  δεν  υπάρχει  κράτος  έξω  από  τα  κόμματα,  ίσως  ούτε  και  κοινωνικές  εκφάνσεις  του  βίου  αμόλυντες  από  τον  κομματισμό. Έχουμε  τελευταία  αφόρητη  αίσθηση  πνιγμού  από  τη  δυσοσμία  και  αποφορά  της  διαφθοράς, μέχρι  ασφυξίας  σε κάθε  πτυχή  της  κοινωνικής  πραγματικότητας. Κοινός  τόπος  ότι  στο  Ελλαδικό  κράτος  υπάρχουν  νόμοι,  αλλά  είναι  κραυγαλέα  ατελέσφορο  το  θεσμικό  σύστημα  επιβολής  των  νόμων. Ο  Έλληνας  ενηλικιώνεται  με  την  εμπειρική  (ασυνείδητη  ίσως)  βεβαιότητα  ότι  οι  νόμοι  υπάρχουν  για   να  μην  εφαρμόζονται».

Οι  δε  υπαίτιοι  της  σημερινής  κατάστασης, είτε εντοπίζονται σε υψηλά κλιμάκια πολιτικο-οικονομικής και κοινωνικής  εξουσίας είτε σε χαμηλά, είτε απλώς έχουν επωφεληθεί από τη σχέση τους μαζί τους, επιτάσσεται  να  ομολογήσουν εμπράκτως  τα  σφάλματά  τους  και  να  απομακρυνθούν  από  την  εξουσία  δια  παντός.  Οι  κατέχοντες  την  εξουσία  ας  αναλογιστούν   επιτέλους  τη βαρύτητα  των  λόγων  του  Κικέρωνα: «Η  διοίκηση  μιας  κυβερνήσεως  καθώς  και  μιας  κηδεμονίας  δεν  πρέπει  να  αποβλέπει  στο  συμφέρον  του  κηδεμόνος  αλλά  του  κηδεμονευομένου».

Ο Αριστοτέλης  είχε  πει  ότι  αν  υπήρχαν  νομοταγείς  πολίτες  δε  θα  χρειαζόταν  το  κράτος. Τώρα  που  ο  τριγυρινός  μας  κόσμος  μοιάζει  να  θέλει  να  μας  κάνει  «τρόφιμους»  ενός  οικουμενικού  πανδοχείου,  θα  την  απαρνηθούμε  άραγε  αυτή  τη  μνήμη; Τη μνήμη  της μακραίωνης  παράδοσης του λαού μας σε  καιρούς  ακμής  αλλά και  σε  αιώνες  διωγμών  και  άδειων  λόγων; «Θα  το  παραδεχτούμε  τάχα  να  γίνουμε  απόκληροι»;  (Γ. Σεφέρης: «Δοκιμές»).

Ο  σημερινός  Έλληνας  θα  πρέπει  να  επαναπροσδιορίσει  το  είναι  του,  δηλαδή,  την  ίδια  την  καθημερινότητα  του, όπως αυτή εκπορεύεται από τις ηθικές αξίες και τις γενικότερες αρχές του, και  να  εκμεταλλευτεί  την  σπουδαία  τεχνολογική  πρόοδο  που  συντελείται  στην  εποχή  μας,  μέσα  από  την  ίδια  του  την  ελεύθερη  φύση. Αφού  η ελευθερία  της  μηχανής  πρέπει  να  σταματά  εκεί  όπου  αρχίζει  η  ουσιαστική  ανθρώπινη  ελευθερία,  η  μηχανή  πρέπει  να  συντελέσει  στην  επαύξηση  της  ανθρώπινης  ελευθερίας  και  όχι  στη  μείωσή  της. Ο περιορισμός της   άκριτης καταναλωτικής μανίας,  η εξάλειψη της κακοδιοίκησης, η έμπρακτη «κατάργηση» των πελατειακών σχέσεων, η εμπέδωση των αρχών της ισονομίας και ισοπολιτείας αποτελούν    σκληρά αθλήματα  για τον Νεοέλληνα που  αξίζουν  τον  κόπο…

Ο   Καφκικός  μικρός  μύθος,  που  με  απλά   λόγια  περιγράφει  και  περικλείει  όλο  το φιλοσοφικό  νόημα  κάθε ουσιαστικής, ενδόμυχης  αναζήτησης,  για  την  σύγχρονη  παραδοξότητα του  ανθρώπου και, πολύ περισσότερο, υπό τις σημερινές δύσκολες περιστάσεις, για την παραδοξότητα και μοναξιά του Έλληνα ανθρώπου, είναι εύγλωττα αφοπλιστικός: «Τι  ευτυχία!  Είπε  ο  ποντικός.  Ο  κόσμος  γίνεται  ολοένα  και  μικρότερος  μέρα  με  τη μέρα!  Στην  αρχή  ήταν  τόσο  μεγάλος  που  απ’ το  φόβο  μου  μ΄ έπιανε  η  καρδιά  μου,  έτρεχα  όλο  και  πιο  μακριά  και  ήμουν  ευτυχισμένος  που  τελικά  μπόρεσα  να  κοιτάζω  δεξιά  και  αριστερά, πέρα,  μακριά,  τα  τείχη.  Αλλά  αυτά  τα  μακρινά  τείχη  πλησιάζουν  τόσο  γρήγορα  το  ένα  το  άλλο,  έφτασα  κιόλας  στο  τελευταίο  δωμάτιο,  κι  εκεί,  στην  γωνία  βρίσκεται  η  φάκα  κι  εγώ  τρέχω  καταπάνω  της.  Πρέπει  απλά  ν’ αλλάξεις  την  κατεύθυνση  προς   την  οποία  τρέχεις,  είπε  η  γάτα  και  τον  έφαγε…»

Υπάρχει  μια  επιστημονική  αρχή  σύμφωνα  με την οποία κάθε  κενό  που  δημιουργείται  στη  φύση  καλύπτεται  αναπόφευκτα  και  κατά  κανόνα  από  άλλα  στοιχεία  υποβαθμισμένης  ποιότητας.  Όλοι  μας  έχουμε  την  τάση  αυτό  να  το  ξεχνούμε.  Όταν  εγκαταλείπονται  ή  χάνονται  παλιές  ηθικές  αξίες, δάσκαλοι,  εκπαιδευτικοί,  πανεπιστημιακοί,  ακαδημαϊκοί,  ιεροφάντες  της  παιδείας,  η κοινωνία στο σύνολό της και με την συνολική της  δράση υποχρεωτικά  θα  πρέπει  να τις αντικαταστήσει με άλλες.   Αν  όχι,  τότε  επέρχεται  μια  κατακόρυφη  πτώση  στη  δυναμική  της.

Ο  Κορνήλιος  Καστοριάδης  ονομάζει  τις  σημερινές  κυβερνήσεις,  «φιλελεύθερες  ολιγαρχίες»: «Στην  αρχαία  Ελλάδα  λειτουργούσε  από  τα  χρόνια  του  Ομήρου  ένα  άτυπο  δημοκρατικό  πολίτευμα.  Η  ονομασθείσα  από  τον  Ένγκελς  «Αυθόρμητη  Δημοκρατία».  Γέννημα  της  «Αυθόρμητης  Δημοκρατίας»  είναι  η  «κουλτούρα  του  πολίτη»  των  αρχαίων  Ελλήνων.  Η  Αθηναϊκή  Δημοκρατία  γεννήθηκε  από  τον  μετασχηματισμό  της   «Αυθόρμητης  Δημοκρατίας»  ενώ  η  «Έμμεση   Δημοκρατία»  από  τον  μετασχηματισμό  των  μοναρχιών  και  φεουδαρχιών».

Στην  αθηναϊκή  δημοκρατία  δεν  μπορούσε  να  ψηφιστεί Νόμος αν  δεν  υπήρχε  «προβούλευμα»  της  Βουλής,  ούτε  τον  παραμικρό  νόμο  είχανε  δικαίωμα  να  ψηφίσουν  οι  βουλευτές  μόνοι  τους,  πολύ  περισσότερο  δεν  είχαν  εξουσία  να  κρίνουν  σοβαρά ζητήματα  όπως  ο  πόλεμος.  Αυτά  τα  ψήφιζε  με ατομική ψηφοφορία  ο  «λαός» δηλαδή άπαντες  οι έχοντες νομίμως το δικαίωμα του Αθηναίου πολίτη.

Επί  πλέον  «εντός  ενός  έτους  από  την  ψήφιση  μιας  προτάσεως  νόμου  μπορούσε  να  ασκηθεί  καταγγελία,  άρα  και  δίωξη,  από  οποιονδήποτε  πολίτη  κατά  του  προτείνοντος  το  νόμο  καθώς  και  κατά  των  προεδρευόντων των  προτάσεων,  αν  η  πρόταση  είχε  ψηφισθεί  με  παραπλάνηση  του  δήμου  και  ήταν  «παράνομη»,  δηλαδή  ερχόταν σε  αντίθεση  με  τους  υφιστάμενους ήδη νόμους.  Εάν  ο  κατηγορούμενος  με  γραφή  παρανόμων  κρινόταν  ένοχος,  τότε  ο  νόμος  ή  το  ψήφισμα  που  είχε  προτείνει  ακυρωνόταν  και  ο  ίδιος,  προσωπικά  υποχρεωνόταν  σε  πρόστιμο, ενίοτε  πολύ  μεγάλο,  και  σε  ατιμία». (Γ. Ν. Οικονόμου : «Η  άμεση  Δημοκρατία  και  η  κριτική  του  Αριστοτέλη», σελ.34).

Στις σημερινές σύνθετες, πολύπλοκες συνθήκες ζωής, η «παγκοσμιοποίηση»  και  η  περαιτέρω  ανάπτυξη  της  τεχνολογίας  καθιστούν  την ουσιαστική  συμμετοχή  των  πολιτών  στη  λήψη  των  «μέγιστων» γι’ αυτούς  αποφάσεων  κρίσιμη  και  ζωτική. Η  δύναμη  της  ψηφιακής   τεχνολογίας  είναι  τόσο  μεγάλη,  ώστε  να  αποτελεί  πειρασμό,  αν  όχι  κίνδυνο,  όταν  χρησιμοποιείται  για  την  άσκηση  της  εξουσίας  από  τους  λίγους  και  όχι  απ’  όλους  τους  πολίτες. Σήμερα  όργανα  εξουσίας  είναι  οι  εκλεγμένοι  από  τους  πολίτες  εκπρόσωποί  τους.  Η  εξουσία  των  πολιτών  έχει  περιορισθεί  στην  επιλογή  των  εκπροσώπων  τους,  που  γίνεται  με  κανόνες  και  πρακτικές  που  δεν  καθορίζονται  από  τους  πολίτες,  αλλά  από  τους  «άρχοντες» κάθε τύπου και μορφής.

Η  αντιμετώπιση,  συνεπώς,  της παντοειδούς κρίσης  απαιτεί  την  ακύρωση  των  αιτίων  που  την  προκαλούν.  Επιβάλλει την  ορθολογική   συμμετοχή  των  πολιτών  στη  λήψη  των  «μεγίστων»  αποφάσεων. Η  εξουσία  της  επιλογής  των  αρχόντων  δεν  είναι  αρκετή. Η   επαναφορά  της  άμεσης  Δημοκρατίας  με  την  ψηφιακή  τεχνολογία αποτελεί ένα από τα σενάρια μελλοντικών πολιτικών πρακτικών και μεθόδων που, μέσω ηλεκτρονικών ψηφοφοριών και  δημοψηφισμάτων,  θα  συνέβαλαν αποφασιστικά ,σύμφωνα με πολλούς από τους κοινωνικούς αναλυτές,  στην  αντιμετώπιση  της  σημερινής κρίσης.

 

 

Προηγούμενο άρθρο Γεγονός οι τπήσεις FPV στην ΑΕΡΟΛΕΣΧΗ ΠΥΛΗΣ
Επόμενο άρθρο Συνελήφθη στα Τρίκαλα 41χρονος ημεδαπός, για οφειλές προς το Δημόσιο